- καμαρίνι
- τομικρό δωμάτιο και ειδικά κάθε μικρό δωμάτιο στα παρασκήνια τών θεάτρων για την εξυπηρέτηση τών ηθοποιών.[ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. camerino < λατ. camera «αψίδα, θόλος»].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
καμαρίνι — το (λ. ιταλ.), μικρό δωμάτιο και ειδικά καθένα από τα μικρά δωμάτια στα παρασκήνια του θεάτρου για τους ηθοποιούς: Του έδωσε αυτόγραφο στο καμαρίνι της … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Μουσείο, Θεατρικό Αθηνών — Το Κέντρο Μελέτης και Έρευνας του Ελληνικού Θεάτρου ιδρύθηκε το 1938 από την Εταιρεία Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων. Το μουσείο, που αποτελεί μέρος των δραστηριοτήτων του κέντρου, στεγάζεται στο ισόγειο του Πνευματικού Κέντρου του Δήμου Αθηναίων… … Dictionary of Greek
Μουσείο Κατίνας Παξινού και Αλέξη Μινωτή — Το μικρό αυτό θεατρικό μουσείο στεγάζεται στο ισόγειο του πρόσφατα ανακαινισμένου μεγάρου Εϋνάρδου (Αγίου Κωνσταντίνου & Μενάνδρου 52, Ομόνοια), όπως ονομάστηκε από την Εθνική Τράπεζα, στην οποία ανήκει αυτό το κτίριο, προς τιμήν του Ελβετού… … Dictionary of Greek
γυναικομάνι — το πλήθος, συγκέντρωση γυναικών, γυναικολόι: Το καμαρίνι του νεαρού τραγουδιστή γέμισε από το γυναικομάνι … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)